Τα χαρακτηριστικά του νέου καθεστώτος στήριξης των επιχειρήσεων υπό τη μορφή επιδότησης επί των παγίων δαπανών ανέλυσε ο γενικός γραμματέας Οικονομικής Πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών, Χρήστος Τριαντόπουλος.
«Ο σκοπός του νέου καθεστώτος είναι η επιδότηση επιχειρήσεων με εργαζομένους, μέσω πιστωτικού που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποπληρωμή μελλοντικών φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων.
Πιο συγκεκριμένα, η επιχείρηση θα έχει το δικαίωμα να επιλέξει το ποσό της ενίσχυσης που θέλει να κατανείμει για την πληρωμή φορολογικών οφειλών και το ποσό που θέλει να χρησιμοποιήσει για την πληρωμή ασφαλιστικών οφειλών.
Η ενίσχυση θα υπολογιστεί ως ποσοστό των παγίων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν εντός του 2020 και δεν έχουν καλυφθεί από τις ενισχύσεις που έχουν δοθεί από το κράτος», τόνισε ο κ. Τριαντόπουλος.
Και πρόσθεσε: «Έτσι, αξιοποιείται και η πρόβλεψη του σημείου 3.12 του Προσωρινού Πλαισίου για τη στήριξη επιχειρήσεων.
Οι επιχειρήσεις που θα είναι επιλέξιμες θα πρέπει να πληρούν σωρευτικά τα εξής:
Σύμφωνα με όσα μεταφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο γ.γ. Οικονομικής Πολιτικής του υπουργείου Οικονομικών επισήμανε επίσης: «Οπως γενικότερα ισχύει στο Προσωρινό Πλαίσιο, η στήριξη δεν αφορά επιχειρήσεις που ήταν ήδη προβληματικές το 2019, με την εξαίρεση, όμως, των πολύ μικρών ή μικρών επιχειρήσεων.
Το ποσό της στήριξης προσδιορίζεται ως ποσοστό επί της διαφοράς των παγίων δαπανών που κατέβαλε η επιχείρηση εντός του 2020 και των ενισχύσεων που έχει λάβει.
Ειδικότερα, ως πάγιες δαπάνες θα υπολογίζονται οι δαπάνες που κατέβαλε το 2020 η επιχείρηση για: παροχές σε εργαζόμενους, ασφαλιστικές εισφορές αυτοαπασχολούμενων, ενέργεια, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες, ενοίκια, λοιπά λειτουργικά έξοδα, και χρεωστικούς τόκους και συναφή έξοδα.
Είναι δαπάνες που αποτυπώνονται στο έντυπο Ε3.
Ως ενισχύσεις θα λαμβάνονται υπόψη οι ενισχύσεις που έλαβε η επιχείρηση μέσα στο 2020, στο πλαίσιο της αντιμετώπισης των συνεπειών της πανδημίας».
«Όσον αφορά το ποσοστό της ενίσχυσης, αυτό θα προσδιοριστεί, αφού ολοκληρωθούν οι αιτήσεις των επιχειρήσεων, με βάση τον διαθέσιμο προϋπολογισμό του προγράμματος, ο οποίος και υπολογίζεται στα 500 εκατ. ευρώ», διυκρίνισε.
Και συνέχισε: «Το ποσοστό της ενίσχυσης θα διαφοροποιείται με βάση τη πτώση του τζίρου, καθώς θα είναι υψηλότερο για επιχειρήσεις που είχαν πτώση τζίρου άνω του 60%.
Παράλληλα, θα υπάρχουν και ανώτατα όρια στο ύψος της ενίσχυσης, το οποίο:
Οι δικαιούχοι υποχρεούνται να διατηρήσουν κατά μέσο όρο τον αριθμό του προσωπικού που απασχολούν έως την 31η Δεκεμβρίου 2021. Σύμφωνα με το σχετικό χρονοδιάγραμμα, ο στόχος είναι, μετά τη διαδικασία αιτήσεων, τα πιστωτικά να εκδοθούν έως τα τέλη Μαΐου 2021».