Πρώτα απ' όλα, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση του Υπ. Εργασίας, κεντρική ιδέα του νέου συστήματος της επικουρικής ασφάλισης είναι η εισαγωγή στοιχείων κεφαλαιοποιητικού συστήματος στις επικουρικές συντάξεις για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας (από 1/1/2022) και εθελοντικά για μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους έως 35 ετών.
Στηρίζεται στη λογική της υιοθέτησης του "ατομικού κουμπαρά". Αντί δηλαδή οι εισφορές των νέων να μπαίνουν σε έναν γενικό "κορβανά" και να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή της επικουρικής σύνταξης των σημερινών συνταξιούχων, θα αποταμιεύονται και θα επενδύονται, "χτίζοντας" ένα αποθεματικό από το οποίο θα πληρωθούν οι μελλοντικές τους συντάξεις.
Το αποθεματικό αυτό θα το διαχειρίζεται ένα νέο δημόσιο ταμείο, το ΤΕΚΑ, που θα επενδύει τις αποταμιεύσεις και το οποίο θα υπόκειται σε αυστηρή κρατική εποπτεία. Οι νέοι ασφαλισμένοι θα μπορούν να επιλέξουν μεταξύ τριών επενδυτικών προφίλ, του "συντηρητικού", του "ισορροπημένου" και του "επιθετικού", με δυνατότητα αλλαγής ανά πενταετία. Με τον τρόπο αυτό θα αποκτήσουν περισσότερο έλεγχο πάνω στη σύνταξή τους και το ύψος της.
Από τις μελέτες και προβολές που έχουν πραγματοποιηθεί προέκυψε ότι το νέο σύστημα μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά υψηλότερες επικουρικές συντάξεις. Για παράδειγμα, η μηνιαία επικουρική σύνταξη εργαζόμενου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό (650 ευρώ) και διαθέτει 40 χρόνια ασφάλισης διαμορφώνεται με το υφιστάμενο σύστημα στα 153 ευρώ.
Με το νέο κεφαλαιοποητικό σύστημα η σύνταξη μπορεί να ανέλθει στα 219 ευρώ, να αυξηθεί δηλαδή κατά 43%, εάν επιτευχθούν αποδόσεις ίσες με τον μέσο όρο των κεφαλαιοποιητικών συνταξιοδοτικών συστημάτων των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ. Μπορεί δε να αυξηθεί ακόμα περισσότερο, στα 257 ευρώ (+68% σε σχέση με το υφιστάμενο σύστημα) εάν επιτευχθούν αποδόσεις ίσες με τη μέση ετήσια απόδοση των αποθεματικών του ΕΦΚΑ που διαχειρίζεται το Μικτό Αμοιβαίο Κεφάλαιο της ΑΕΔΑΚ Ασφαλιστικών Οργανισμών.
Υπογραμμίζεται ότι στο νέο σύστημα επικουρικής ασφάλισης έχει προβλεφθεί διπλή δικλείδα ασφαλείας:
- Πρώτον, όσον αφορά στους σημερινούς συνταξιούχους, από την προωθούμενη μεταρρύθμιση δεν επηρεάζεται ούτε η καταβολή, ούτε το ύψος των επικουρικών συντάξεων που λαμβάνουν βάσει του υφιστάμενου συστήματος. Το χρηματοδοτικό κενό που τυχόν προκύψει, θα καλυφθεί από τον προϋπολογισμό. Έχει δε υπολογιστεί ότι είναι απόλυτα διαχειρίσιμο, δεδομένου ότι οι μελέτες που εκπονήθηκαν έδειξαν ότι το καθαρό κόστος που προκύπτει αν συνυπολογιστεί το κόστος της μεταρρύθμισης (56 δισ. ευρώ για το διάστημα 2022-2050) και το όφελος της μεταρρύθμισης (50 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο) είναι 6 δισ. ευρώ για μια περίοδο σχεδόν 50 χρόνων. Δηλαδή το λεγόμενο "κόστος μετάβασης" ανέρχεται σε 120 εκατ. ευρώ τον χρόνο, τη στιγμή που η κρατική δαπάνη για συντάξεις κάθε χρόνο ανέρχεται στα 15 δισ. ευρώ.
- Δεύτερον, για τους νέους ασφαλισμένους, υπάρχει η εγγύηση του Δημοσίου περί μη αρνητικής απόδοσης. Πιο συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο θα προβλέπει ρητά ότι κανείς δεν θα πάρει επικουρική σύνταξη χαμηλότερη από αυτή που αντιστοιχεί στις εισφορές που κατέβαλε συν τον πληθωρισμό, ακόμα και στην μάλλον απίθανη περίπτωση που οι επενδύσεις στις διεθνείς αγορές δεν πάνε καλά. Πράγματι, η εμπειρία χωρών όπου κεφαλαιοποιητικά ασφαλιστικά συστήματα λειτουργούν για μεγάλα χρονικά διαστήματα δείχνει ότι η εγγύηση αυτή δεν θα χρειαστεί να ενεργοποιηθεί